«19 Απριλίου 1957»
Βρίσκομαι πάνω σε χιλιάδες τόνους καλοδουλεμένου σίδερου που περιφρονώντας τον όγκο,
και τους θυμούς του Ατλαντικού, του σχίζει με περισσή αναίδεια το πρόσωπο.
Αυτό είναι εδώ και μερικούς μήνες το χωρίς θεμέλια σπίτι μου. Ένα σιδερένιο αθεμέλιωτο σπίτι,
τόπος διαμονής και εργασίας, πάνω στο νερό.
Μ. Παρασκευή σήμερα. Αφήνω την σκέψη μου να ξεμπαρκάρει και να ταξιδέψει μακριά από την μικρή μου καμπίνα και να βρεθεί στο χωριό μου. Καθώς το κοιτάζω από τη θάλασσα, μου μοιάζει με αετό, που με απλωμένα τα φτερά του ζυγιάζεται κάτω από τον Φτεριά, έτοιμο να πετάξει κατά τα Δωδεκάνησα. Τα σπίτια, πούπουλα κολλημένα το ένα πλάι στο άλλο, σκεπάζουν τέλεια το δυνατό κορμί του. Κάθε πούπουλο, και μια φωλιά με αετούς και αετόπουλα. Ένα από τούτα είναι και το δικό μας σπίτι. Δυο αετοί και πέντε αετόπουλα φωλιάζουν μέσα του. Μαραθόκαμπος! Τούτη τη φορά, κατ εξαίρεση, δεν σταματώ καθόλου για να χαιρετήσω αετούς και αετόπουλα. Βρίσκομαι ξαφνικά στην ενορία μου, την Αγία Τριάδα, που από μικρό παιδί όταν με ρωτούσαν ποιος είναι ο προστάτης άγιός μου, αυθόρμητα απαντούσα, «η Αγία Τριάδα». Παρακολουθώ την θεία λειτουργία… «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου…». Βαθιά, παράξενα, ανεξήγητα συναισθήματα, συνταράζουν το είναι μου. Όρθιοι, σοβαροί, και αμίλητοι οι συγχωριανοί μου παρακολουθούν με απέραντο σεβασμό, μαζί με μένα, κάτι που δεν καταλαβαίνουν και πολύ καλά. Η καρδιά μου χτυπάει δυνατά και σπάζοντας όλα τα δεσμά της βρέθηκε ξαφνικά στο κοτρόνι του Γολγοθά. Εκεί που «κρεμάται επί ξύλου» Εκείνος! Πως τα κατάφερα σε τόσο λίγο χρόνο από τον Ατλαντικό να βρεθώ στο χωριό, να μπω στην ενορία μου, και από κει στον Γολγοθά; Εδώ τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Διαδήλωση γίνεται από όλες τις τάξεις των ανθρώπων εκεί πάνω! Κοινωνικοί και Θρησκευτικοί Άρχοντες, Σώματα Ασφαλείας, απλοί πολίτες, περίεργοι κάθε φυλής και έθνους. Μερικοί βλασφημούν, άλλοι φτύνουν, άλλοι κοροϊδεύουν, άλλοι δέρνουν, άλλοι πλέκουν αγκαθωτό στεφάνι, άλλοι καρφώνουν, κάποιος κρατάει ένα κανάτι με ξύδι και μερικοί φίλοι και συγγενείς ενός κατάδικου κοιτάζουν από μακριά φοβισμένοι. Δυο απ’ αυτούς τους τελευταίους τολμούν να πλησιάσουν στον ένα από τους τρεις κατάδικους. «Γύναι ιδού ο Υιός σου»…. «Ιδού η μήτηρ σου»… Κανένας δεν μένει αμέτοχος. Κανένας άλλος εκτός από μένα. Ένας αλλόκοτος φόβος με συνταράζει. Σε ποια κατηγορία ανήκω; Αν ζούσα εκείνη την εποχή τι θα ήμουν; Αδιάφορος μακρινός θεατής; Σιδεράς που κατασκευάζει καρφιά; Μαραγκός που φτιάχνει σταυρούς; Στρατιώτης που υπακούει και σταυρώνει; Θρησκευτικός διανοούμενος που ζητά θάνατο; Ειδικός στο πλέξιμο στεφανιών από αγκάθια; Χλευαστής; Κουβαλητής ξυδιού; Μαστιγωτής; Θέλω να πλησιάσω στον μεσαίο σταυρό αλλά διστάζω και φοβάμαι. Κάτι μου λέει ότι είμαι ακόμη και σήμερα, κάτι απ’ όλα αυτά. Και να που ακούω τον Ένα Κατάδικο να λέει κάτι συνταρακτικό. «Πάτερ άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι». Όλους μας, μας συγχωράει και μένα; Ό,τι και να είμαι; Γιατί; Ποια δύναμη είναι τόσο μεγάλη που ξεπερνά όλη την φρίκη του πόνου και της κακίας για τα πάντα και τους πάντες; Και ποια δύναμη είναι τόσο μεγάλη που παραβλέπει και κατανικά ακόμη και την δικαιοσύνη που από την δική της πλευρά ζητά την τιμωρία των ενόχων; Αλήθεια πόσο δυσνόητο είναι να καταλάβω όλα τούτα; Ο ασήμαντος άνθρωπος, παράνομος μετανάστης της Γήινης Δημιουργίας, καταδικάζει άδικα τον Γιο του Δημιουργού, και ο Γιος παρακαλεί τον Πατέρα Του να μην αποδώσει δικαιοσύνη! Άραγε θα έλθει στιγμή που θα καταλάβω κάτι από όλα αυτά; 19 Απριλίου του 1957. Αυτές ήταν μερικές από τις σημειώσεις στο ατομικό ημερολόγιο ενός μούτσου που σκεφτόταν και απορούσε. Σήμερα, εν έτει 2013, αν και γρήγορα ανέβηκε όλα τα επαγγελματικά του σκαλοπάτια, εξακολουθεί να ταξιδεύει στον Ατλαντικό της ζωής του γνωρίζοντας και αναγνωρίζοντας ότι ο Μεσαίος Σταυρωμένος, σταυρώθηκε και για εκείνον. Γνωρίζει και αναγνωρίζει ότι στον ωκεανό της ζωής του υπήρξε και χλευαστής, και μαραγκός και σιδεράς, και μαστιγωτής, και στρατιώτης και κουβαλητής ξυδιού, αλλά και διακαής επιθυμητής να πλησιάσει στον μεσαίο Σταυρό. Υπήρξε λίγο, ή και περισσότερο συμμέτοχος των όσων διαδραματίστηκαν στο κοτρόνι του Γολγοθά. Άκουσε όμως προσεκτικά και πίστεψε στην ειλικρίνεια και στην δύναμη του μεσαίου Σταυρωμένου. «Σήμερα θα είσαι μαζί Μου στον Παράδεισο». Σήμερα εν έτει 2013 αν και γρήγορα ανέβηκε όλα τα σκαλοπάτια της επαγγελματικής του καριέρας, θυμάται και τις αφόρητες αδικίες, δυσκολίες και στερήσεις, μαστιγώσεις και λοιδορίες που υπέστη κατά τις φουρτουνιασμένες μέρες του, σαν αυτές που στην ζωή του κάθε ανθρώπου έρχονται. Τότε ύψωνε φωνή διαμαρτυρίας: «Θεέ μου, Θεέ μου ίνα τι με εγκατέλ…»; Αλλά δεν μπορούσε να το αποτελειώσει. Η φωνή του πνιγόταν, έσβηνε. Ήξερε πολύ καλά πως «εμείς μεν δικαίως των όσων πράξαμε πάσχομε.. Εκείνος όμως ουδέν άτοπο έπραξε». Γι αυτό παραμένει γονατιστός στον Σταυρό ατενίζοντας στον μεσαίο Σταυρωμένο βέβαιος ότι καλύπτεται πλήρως όχι μόνο για τις αδικίες που έπραξε, αλλά και τις αδικίες που ο ίδιος υπέστη. Χάρις και μόνο Χάρις. Αυτό είναι το αθάνατο νερό που πηγάζει από τον Βράχο της Αγάπης του Θεού. Αυτό έγινε την Μ. Παρασκευή. «Γνωρίζοντες ότι δεν λυτρωθήκατε από την μάταιη πατροπαράδοτη διαγωγή σας με φθαρτά, ασήμι ή χρυσάφι, αλλά με το πολύτιμο Αίμα του Χριστού, ως Αμνού χωρίς ψεγάδι και χωρίς κηλίδα» (1Η Πέτρ.1:18,19). |
dadaos@epean.org |
Αρχική σελίδα |